green-energy-39
green-energy-39

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Η αγορά των Α.Π.Ε. διανύει περίοδο παγκόσμιας ανάπτυξης λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών, νομοθετικών ρυθμίσεων και τεχνολογικών εξελίξεων. Η προστασία του περιβάλλοντος έχει ανέλθει σε πρωταρχικής σημασίας ζήτημα σε ολόκληρο τον κόσμο και η ολοένα και μεγαλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών και των κυβερνήσεων όσον αφορά τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχει βοηθήσει την ανάπτυξη των Α.Π.Ε. σε διεθνές, το Πρωτόκολλο του Κιότο της 11ης Δεκεμβρίου του 1997 έχει θεσπίσει το πλαίσιο προώθησης αυτής της ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση επικύρωσε το Πρωτόκολλο το 2002 ενώ έχει θέσει ως προτεραιότητα την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. .

Η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Α.Π.Ε. (Οδηγία 2001/77/ΕΚ) έχει θέσει φιλόδοξους ενδεικτικούς στόχους για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στόχοι οι οποίοι πρέπει να επιτευχθούν έως τα τέλη του 2010 και οι οποίοι είναι εκφρασμένοι ως ποσοστό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από Α.Π.Ε. . Συγκεκριμένα, η Οδηγία θέτει ως στόχο το ποσοστό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που πρέπει να παράγεται από Α.Π.Ε. σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι τα τέλη του 2010 να φθάσει στο 22%, με διαφοροποιημένους στόχους για το κάθε κράτος μέλος οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε χώρας σε δυναμικότητα Α.Π.Ε. .

Οι αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την καταστροφή του περιβάλλοντος από αέριους ρύπους που παράγονται από τη χρήση των παραδοσιακών καυσίμων, έχει επίσης ενθαρρύνει την έρευνα για την ανάπτυξη τεχνολογιών που θα στοχεύουν στην πιο αποτελεσματική χρήση των Α.Π.Ε. .  Σήμερα, η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από ποικίλες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, όπως αιολική, υδροηλεκτρική, ηλιακή ενέργεια ή βιομάζα. Οι προσπάθειες για Έρευνα και Ανάπτυξη συνεχίζονται με στόχο την τελειοποίηση των τεχνολογιών που έχουν αναπτυχθεί, και πιο συγκεκριμένα την αύξηση της αποδοτικότητας και τη μείωση του κόστους αυτών των τεχνολογιών.

Η αιολική ενέργεια, αναπτύσσεται ραγδαίως σε παγκόσμια κλίμακα, με τη συνολική παγκόσμια ισχύ να έχει αυξηθεί από λιγότερο απο 1.000 MW το 1983 σε 71.146 MW στο τέλος του 2006. Η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας είναι ιδιαίτερα μεγάλη από το 1997 και μετά, αντικατοπτρίζοντας την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου του Κιότο και τα ενισχυμένα μέτρα υποστήριξης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. (και συγκεκριμένα την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις Α.Π.Ε.). Η συνολική εγκατεστημένη αιολική ισχύς στην Ευρώπη ισοδυναμούσε με 40.906 MW στο τέλος του 2005 εν συγκρίσει με 47.379 MW στο τέλος του 2006, μία ετήσια αύξηση της τάξης του 15,8%. (Πηγή: Wind Power Monthly News Magazine).

green-energy-39

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Η αγορά των Α.Π.Ε. διανύει περίοδο παγκόσμιας ανάπτυξης λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών, νομοθετικών ρυθμίσεων και τεχνολογικών εξελίξεων. Η προστασία του περιβάλλοντος έχει ανέλθει σε πρωταρχικής σημασίας ζήτημα σε ολόκληρο τον κόσμο και η ολοένα και μεγαλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών και των κυβερνήσεων όσον αφορά τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχει βοηθήσει την ανάπτυξη των Α.Π.Ε. σε διεθνές, το Πρωτόκολλο του Κιότο της 11ης Δεκεμβρίου του 1997 έχει θεσπίσει το πλαίσιο προώθησης αυτής της ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση επικύρωσε το Πρωτόκολλο το 2002 ενώ έχει θέσει ως προτεραιότητα την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. .

Η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Α.Π.Ε. (Οδηγία 2001/77/ΕΚ) έχει θέσει φιλόδοξους ενδεικτικούς στόχους για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στόχοι οι οποίοι πρέπει να επιτευχθούν έως τα τέλη του 2010 και οι οποίοι είναι εκφρασμένοι ως ποσοστό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από Α.Π.Ε. . Συγκεκριμένα, η Οδηγία θέτει ως στόχο το ποσοστό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που πρέπει να παράγεται από Α.Π.Ε. σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι τα τέλη του 2010 να φθάσει στο 22%, με διαφοροποιημένους στόχους για το κάθε κράτος μέλος οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε χώρας σε δυναμικότητα Α.Π.Ε. .

Οι αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την καταστροφή του περιβάλλοντος από αέριους ρύπους που παράγονται από τη χρήση των παραδοσιακών καυσίμων, έχει επίσης ενθαρρύνει την έρευνα για την ανάπτυξη τεχνολογιών που θα στοχεύουν στην πιο αποτελεσματική χρήση των Α.Π.Ε. .  Σήμερα, η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από ποικίλες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, όπως αιολική, υδροηλεκτρική, ηλιακή ενέργεια ή βιομάζα. Οι προσπάθειες για Έρευνα και Ανάπτυξη συνεχίζονται με στόχο την τελειοποίηση των τεχνολογιών που έχουν αναπτυχθεί, και πιο συγκεκριμένα την αύξηση της αποδοτικότητας και τη μείωση του κόστους αυτών των τεχνολογιών.

Η αιολική ενέργεια, αναπτύσσεται ραγδαίως σε παγκόσμια κλίμακα, με τη συνολική παγκόσμια ισχύ να έχει αυξηθεί από λιγότερο απο 1.000 MW το 1983 σε 71.146 MW στο τέλος του 2006. Η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας είναι ιδιαίτερα μεγάλη από το 1997 και μετά, αντικατοπτρίζοντας την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου του Κιότο και τα ενισχυμένα μέτρα υποστήριξης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. (και συγκεκριμένα την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις Α.Π.Ε.). Η συνολική εγκατεστημένη αιολική ισχύς στην Ευρώπη ισοδυναμούσε με 40.906 MW στο τέλος του 2005 εν συγκρίσει με 47.379 MW στο τέλος του 2006, μία ετήσια αύξηση της τάξης του 15,8%. (Πηγή: Wind Power Monthly News Magazine).

Περιβαλλοντικά Πλεονεκτήματα

 

 

1) Τα ΜΥΕ γενικά

Τα ΜΥΕ είναι κατ’ εξοχήν περιβαλλοντικά φιλικές ενεργειακές επενδύσεις. Ένα ΜΥΕ δεν περιλαμβάνει ταμιευτήρα (φράγμα), αλλά δανείζεται ποσότητα νερού για κάποιες εκατοντάδες μέτρα και το ελευθερώνει πάλι στο ποτάμι, με μηδενική επίπτωση στο περιβάλλον. Οι επενδύσεις αυτές θεωρούνται σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο ως η υπ’αριθμόν μία προτεραιότητα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οξυμένων περιβαλλοντικών και ενεργειακών προβλημάτων της ανθρωπότητας, ως κύριο όπλο για την μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα και την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Κατά τη φάση κατασκευής των έργων δεν υπάρχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς ο αγωγός είναι θαμμένος και η επίχωση γίνεται με χρήση των προϊόντων εκσκαφής.

Κατά τη λειτουργία των έργων δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον καθώς:

  • Τα έργα δεν διαθέτουν φράγμα και ταμιευτήρα
  • Δεν κατακρατούνται φερτές ύλες
  • Δεν μεταβάλλονται τα πλημμυρικά χαρακτηριστικά του ρέματος
  • Δεν Αλλοιώνεται η ποιότητα των αξιοποιούμενων υδάτων αφού δεν πραγματοποιούνται κατά την παραγωγική διαδικασία οποιεσδήποτε χημικοτεχνικές διεργασίες ούτε και διατίθενται απόβλητα οποιασδήποτε μορφής
  • Δεν υπάρχει θέμα ελεύθερης επικοινωνίας της ιχθυοπανίδας διότι η διακίνηση της αντιμετωπίζεται επαρκώς με την προσθήκη ιχθυόσκαλας στην υδροληψία

Η χώρα μας εξ’ άλλου έχει αναλάβει πολλαπλές δεσμεύσεις για υποκατάσταση της ηλεκτρικής ενέργειας από καύσεις με πράσινη ηλεκτρική ενέργεια προερχόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Συγκεκριμένα υπάρχει εθνική δέσμευση που απορρέει από το πρωτόκολλο του Κιότο και την οδηγία 2001/77 ΕΚ για κάλυψη το έτος 2010 ποσοστού 20% των πρωτογενών ηλεκτρικών αναγκών της χώρας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ιδιαίτερα η τεχνολογικά ώριμη και οικονομικά αποδοτική υδροηλεκτρική ενέργεια, παρουσιάζει σοβαρά πλεονεκτήματα (περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά, ενεργειακά, κλπ). Η συσσωρευμένη εμπειρία της τελευταίας 15ετίας, τόσο σε διεθνές επίπεδο (μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν ήδη πάνω απο 40.000 MW σταθμών ΑΠΕ), όσο και στην Ελλάδα, όπου λειτουργούν ήδη περίπου 550 MW ανανεώσιμων, δείχνει καθαρά, και πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η ίδρυση και λειτουργία έργων ΑΠΕ εμπορικής κλίμακας δημιουργεί ισχυρούς πόλους τοπικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικής αναβάθμισης και προσπορίζει πολλαπλά, μετρήσιμα και ουσιαστικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, στις περιοχές των οποίων εγκαθίστανται τα έργα αυτά.

2) Προστασία του περιβάλλοντος

Συντελούν αποφασιστικά στην προστασία του περιβάλλοντος μιας περιοχής, αφού περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις εκπομπές επιβλαβών για την υγεία ρυπαντικών ουσιών, που προκαλούνται από την καύση ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρελαίου, αερίου που είναι υπεύθυνο για το φαινόμενο του θερμοκηπίου). Υπενθυμίζεται ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου θεωρείται πια, σε παγκόσμιο αλλά και σε τοπικό επίπεδο, υπεύθυνο – σε πολύ μεγάλο βαθμό – για τις υπερβολικά αυξημένες θερμοκρασίες, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, για την αυξημένη ξηρασία (μείωση της στάθμης των υδροφόρων οριζόντων και των επιφανειακών νερών), αλλά και για την αύξηση της έντασης των καιρικών φαινομένων, όπως οι ξαφνικές και καταστρεπτικές πλημμύρες, κ.α. . Έγκυρες μελέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έδειξαν ότι μία σημαντική υποκατάσταση των συμβατικών καυσίμων με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βρίσκονται ήδη στο στάδιο σχεδιασμού ή υλοποίησης, θα μπορούσε να συμβάλλει στην μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή τουλάχιστον κατα 11%, και επομένως να περιορίσει αντίστοιχα και τις δυσμενείς επιπτώσεις από το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

3) Αξιοποίηση εγχώριων ενεργειακών πόρων

Μία τελευταία, αλλά πολύ σημαντική, επισήμανση στο θέμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τοπικών έργων ΑΠΕ είναι η προοπτική της κατασκευής και λειτουργίας ενός έργου αξιοποίησης εγχώριου και ανανεώσιμου ενεργειακού πόρου δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μέσα σε περιβάλλον κενού. Δηλαδή, οι όποιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ δεν μπορεί να εξετάζονται αφ’ εαυτών αποκλειστικά και η επιλογή να είναι “υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ή μη υλοποίησή του”. Η πραγματική, η εύλογη επιλογή είναι άλλη, είναι “υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ΑΠΕ ή έργου άλλης ενεργειακής πηγής” (π.χ. λιγνίτη, άνθρακα, φυσικού αερίου, κλπ.), για να καλυφθεί η δεδομένη ενεργειακή ζήτηση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ολοκληρωμένου ενεργειακού/αναπτυξιακού/περιβαλλοντικού σχεδιασμού, θα πρέπει να αποτιμηθούν και οι επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ, τα πλεονεκτήματα ή και τα όποια μειονεκτήματά τους, πάντα δηλαδή συγκριτικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν οι εναλλακτικές λύσεις του ίδιου ενεργειακού προβλήματος. Εξαγωγή (δηλ. “ξεφόρτωμα”) της λύσης σε άλλη περιοχή, και μάλιστα με δραστικά αυξημένο περιβαλλοντικό κόστος (βλ. Πτολεμαΐδα / Μεγαλόπολη και λιγνίτη)

green-energy-39
green-energy-39

Περιβαλλοντικά Πλεονεκτήματα

 

 

1) Τα ΜΥΕ γενικά

Τα ΜΥΕ είναι κατ’ εξοχήν περιβαλλοντικά φιλικές ενεργειακές επενδύσεις. Ένα ΜΥΕ δεν περιλαμβάνει ταμιευτήρα (φράγμα), αλλά δανείζεται ποσότητα νερού για κάποιες εκατοντάδες μέτρα και το ελευθερώνει πάλι στο ποτάμι, με μηδενική επίπτωση στο περιβάλλον. Οι επενδύσεις αυτές θεωρούνται σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο ως η υπ’αριθμόν μία προτεραιότητα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οξυμένων περιβαλλοντικών και ενεργειακών προβλημάτων της ανθρωπότητας, ως κύριο όπλο για την μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα και την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Κατά τη φάση κατασκευής των έργων δεν υπάρχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς ο αγωγός είναι θαμμένος και η επίχωση γίνεται με χρήση των προϊόντων εκσκαφής.

Κατά τη λειτουργία των έργων δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον καθώς:

  • Τα έργα δεν διαθέτουν φράγμα και ταμιευτήρα
  • Δεν κατακρατούνται φερτές ύλες
  • Δεν μεταβάλλονται τα πλημμυρικά χαρακτηριστικά του ρέματος
  • Δεν Αλλοιώνεται η ποιότητα των αξιοποιούμενων υδάτων αφού δεν πραγματοποιούνται κατά την παραγωγική διαδικασία οποιεσδήποτε χημικοτεχνικές διεργασίες ούτε και διατίθενται απόβλητα οποιασδήποτε μορφής
  • Δεν υπάρχει θέμα ελεύθερης επικοινωνίας της ιχθυοπανίδας διότι η διακίνηση της αντιμετωπίζεται επαρκώς με την προσθήκη ιχθυόσκαλας στην υδροληψία

Η χώρα μας εξ’ άλλου έχει αναλάβει πολλαπλές δεσμεύσεις για υποκατάσταση της ηλεκτρικής ενέργειας από καύσεις με πράσινη ηλεκτρική ενέργεια προερχόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Συγκεκριμένα υπάρχει εθνική δέσμευση που απορρέει από το πρωτόκολλο του Κιότο και την οδηγία 2001/77 ΕΚ για κάλυψη το έτος 2010 ποσοστού 20% των πρωτογενών ηλεκτρικών αναγκών της χώρας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ιδιαίτερα η τεχνολογικά ώριμη και οικονομικά αποδοτική υδροηλεκτρική ενέργεια, παρουσιάζει σοβαρά πλεονεκτήματα (περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά, ενεργειακά, κλπ). Η συσσωρευμένη εμπειρία της τελευταίας 15ετίας, τόσο σε διεθνές επίπεδο (μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν ήδη πάνω απο 40.000 MW σταθμών ΑΠΕ), όσο και στην Ελλάδα, όπου λειτουργούν ήδη περίπου 550 MW ανανεώσιμων, δείχνει καθαρά, και πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η ίδρυση και λειτουργία έργων ΑΠΕ εμπορικής κλίμακας δημιουργεί ισχυρούς πόλους τοπικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικής αναβάθμισης και προσπορίζει πολλαπλά, μετρήσιμα και ουσιαστικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, στις περιοχές των οποίων εγκαθίστανται τα έργα αυτά.

2) Προστασία του περιβάλλοντος

Συντελούν αποφασιστικά στην προστασία του περιβάλλοντος μιας περιοχής, αφού περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις εκπομπές επιβλαβών για την υγεία ρυπαντικών ουσιών, που προκαλούνται από την καύση ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρελαίου, αερίου που είναι υπεύθυνο για το φαινόμενο του θερμοκηπίου). Υπενθυμίζεται ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου θεωρείται πια, σε παγκόσμιο αλλά και σε τοπικό επίπεδο, υπεύθυνο – σε πολύ μεγάλο βαθμό – για τις υπερβολικά αυξημένες θερμοκρασίες, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, για την αυξημένη ξηρασία (μείωση της στάθμης των υδροφόρων οριζόντων και των επιφανειακών νερών), αλλά και για την αύξηση της έντασης των καιρικών φαινομένων, όπως οι ξαφνικές και καταστρεπτικές πλημμύρες, κ.α. . Έγκυρες μελέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έδειξαν ότι μία σημαντική υποκατάσταση των συμβατικών καυσίμων με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βρίσκονται ήδη στο στάδιο σχεδιασμού ή υλοποίησης, θα μπορούσε να συμβάλλει στην μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή τουλάχιστον κατα 11%, και επομένως να περιορίσει αντίστοιχα και τις δυσμενείς επιπτώσεις από το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

3) Αξιοποίηση εγχώριων ενεργειακών πόρων

Μία τελευταία, αλλά πολύ σημαντική, επισήμανση στο θέμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τοπικών έργων ΑΠΕ είναι η προοπτική της κατασκευής και λειτουργίας ενός έργου αξιοποίησης εγχώριου και ανανεώσιμου ενεργειακού πόρου δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μέσα σε περιβάλλον κενού. Δηλαδή, οι όποιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ δεν μπορεί να εξετάζονται αφ’ εαυτών αποκλειστικά και η επιλογή να είναι “υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ή μη υλοποίησή του”. Η πραγματική, η εύλογη επιλογή είναι άλλη, είναι “υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ΑΠΕ ή έργου άλλης ενεργειακής πηγής” (π.χ. λιγνίτη, άνθρακα, φυσικού αερίου, κλπ.), για να καλυφθεί η δεδομένη ενεργειακή ζήτηση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ολοκληρωμένου ενεργειακού/αναπτυξιακού/περιβαλλοντικού σχεδιασμού, θα πρέπει να αποτιμηθούν και οι επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ, τα πλεονεκτήματα ή και τα όποια μειονεκτήματά τους, πάντα δηλαδή συγκριτικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν οι εναλλακτικές λύσεις του ίδιου ενεργειακού προβλήματος. Εξαγωγή (δηλ. “ξεφόρτωμα”) της λύσης σε άλλη περιοχή, και μάλιστα με δραστικά αυξημένο περιβαλλοντικό κόστος (βλ. Πτολεμαΐδα / Μεγαλόπολη και λιγνίτη)

green-energy-39
green-energy-39

Αναπτυξιακά Πλεονεκτήματα

 Με βάση τα καταγεγραμμένα απολογιστικά στοιχεία των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα, τα έργα αυτά:

Α) Συμβάλλουν σημαντικά στην τοπική απασχόληση. Έτσι π.χ., για ένα τυπικό μικρό υδροηλεκτρικό έργο των 2 MW απαιτούνται:

  • 120 ανθρωπομήνες απασχόλησης στη φάση της κατασκεθής του. Το 30 – 40% αυτής της απασχόλησης προέρχεται από το ντόπιο εργατικό δυναμικό.
  • 2 μόνιμοι εργαζόμενοι στη φάση λειτουργίας του, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ντόπιοι.
  • Δημιουργεί πολλά νέα εισοδήματα στον τόπο σε ιδιοκτήτες γης, μηχανικούς, εργολάβους, τεχνίτες, εργάτες, συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ξενοδόχους, εστιάτορες, εμπόρους κ.α.

Β) Η λειτουργία έργων ΑΠΕ προσφέρει ένα μόνιμο και σημαντικό ετήσιο έσοδο στους τοπικούς Δήμους (3% επί του τζίρου τους) με βάση την κείμενη νομοθεσία, αλλά και στην τοπική οικονομία γενικότερα. Έτσι π.χ. ένα τυπικό υδροηλεκτρικό έργο των 2 MW:

  • Έχει κόστος κατασκευής 4 εκατ. Ευρώ περίπου, από τα οποία το 30 – 40% δαπανάται τοπικά, σε εργολαβίες, προμήθειες, μισθούς στη φάση κατασκευής, κλπ.
  • Έχει τζίρο, από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει, περίπου 650 χιλ. Ευρώ το χρόνο, από τα οποία το (3%) εισφέρονται δια νόμου ως έσοδο στους τοπικούς Δήμους, για όλη τη διάρκεια ζωής του έργου.
  • Απαιτεί, για τις ανάγκες λειτουργίας του, 45.000 – 60.000 Ευρώ το χρόνο σε τοπικές δαπάνες (μισθούς τοπικού μόνιμου προσωπικού, τοπικές εργολαβίες συντήρησης και επισκευών, κ.α.).

Γ) Η κατασκευή έργων ΑΠΕ σε μία περιοχή συνοδεύεται από την παράλληλη υλοποίηση σειράς αντισταθμιστικών οφελών, πέραν των άμεσων και μετρήσιμων οικονομικών εισροών και των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης. Έτσι:

  • Κατασκευάζονται ή / και βελτιώνονται, χωρίς κόστος για τους δημότες, σημαντικά έργα υποδομής στην ευρύτερη περιοχή (οδικό δίκτυο, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρικό δίκτυο).
  • Κατασκευάζονται, ως αντισταθμιστικά οφέλη (χωρίς κόστος) για τους τοπικούς Δήμους, διάφορα κοινωφελή έργα, όπως κοινοτικοί δρόμοι, ενώ προσφέρονται από τους επενδυτές και ανάλογες χορηγίες. 
green-energy-39

Αναπτυξιακά Πλεονεκτήματα

 Με βάση τα καταγεγραμμένα απολογιστικά στοιχεία των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα, τα έργα αυτά:

Α) Συμβάλλουν σημαντικά στην τοπική απασχόληση. Έτσι π.χ., για ένα τυπικό μικρό υδροηλεκτρικό έργο των 2 MW απαιτούνται:

  • 120 ανθρωπομήνες απασχόλησης στη φάση της κατασκεθής του. Το 30 – 40% αυτής της απασχόλησης προέρχεται από το ντόπιο εργατικό δυναμικό.
  • 2 μόνιμοι εργαζόμενοι στη φάση λειτουργίας του, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ντόπιοι.
  • Δημιουργεί πολλά νέα εισοδήματα στον τόπο σε ιδιοκτήτες γης, μηχανικούς, εργολάβους, τεχνίτες, εργάτες, συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ξενοδόχους, εστιάτορες, εμπόρους κ.α.

Β) Η λειτουργία έργων ΑΠΕ προσφέρει ένα μόνιμο και σημαντικό ετήσιο έσοδο στους τοπικούς Δήμους (3% επί του τζίρου τους) με βάση την κείμενη νομοθεσία, αλλά και στην τοπική οικονομία γενικότερα. Έτσι π.χ. ένα τυπικό υδροηλεκτρικό έργο των 2 MW:

  • Έχει κόστος κατασκευής 4 εκατ. Ευρώ περίπου, από τα οποία το 30 – 40% δαπανάται τοπικά, σε εργολαβίες, προμήθειες, μισθούς στη φάση κατασκευής, κλπ.
  • Έχει τζίρο, από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει, περίπου 650 χιλ. Ευρώ το χρόνο, από τα οποία το (3%) εισφέρονται δια νόμου ως έσοδο στους τοπικούς Δήμους, για όλη τη διάρκεια ζωής του έργου.
  • Απαιτεί, για τις ανάγκες λειτουργίας του, 45.000 – 60.000 Ευρώ το χρόνο σε τοπικές δαπάνες (μισθούς τοπικού μόνιμου προσωπικού, τοπικές εργολαβίες συντήρησης και επισκευών, κ.α.).

Γ) Η κατασκευή έργων ΑΠΕ σε μία περιοχή συνοδεύεται από την παράλληλη υλοποίηση σειράς αντισταθμιστικών οφελών, πέραν των άμεσων και μετρήσιμων οικονομικών εισροών και των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης. Έτσι:

  • Κατασκευάζονται ή / και βελτιώνονται, χωρίς κόστος για τους δημότες, σημαντικά έργα υποδομής στην ευρύτερη περιοχή (οδικό δίκτυο, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρικό δίκτυο).
  • Κατασκευάζονται, ως αντισταθμιστικά οφέλη (χωρίς κόστος) για τους τοπικούς Δήμους, διάφορα κοινωφελή έργα, όπως κοινοτικοί δρόμοι, ενώ προσφέρονται από τους επενδυτές και ανάλογες χορηγίες. 

Ελληνική Αγορά

Η ελληνική αγορά ηλεκτρισμού χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλό συγκεντρωτισμό ενώ είναι έντονα ρυθμιζόμενη, με τη ΔΕΗ να κατέχει μερίδιο αγοράς μεγαλύτερο του 95%. Ως αποτέλεσμα του μέχρι σήμερα χαμηλού ρυθμού επενδύσεων καθώς και γεωγραφικής απομόνωσης της Ελλάδας (σχετικά περιορισμένη διασύνδεση με γειτονικές χώρες όπως η Βουλγαρία, ηΑλβανία, η ΠΓΔΜ, η Ιταλία και η Τουρκία), η προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχει συμβαδίσει με την αύξηση της ζήτησης και η ελληνική αγορά αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο κίνδυνο έλλειψης ηλεκτρικής ενέργειας. Η κυβέρνηση σε μία προσπάθεια να ανοίξει την εγχώρια αγορά στον ανταγωνισμό και να προσελκύσει επενδύσεις έχει ήδη προωθήσει ένα διαγωνισμό και σχεδιάζει άλλους δύο για την κατασκευή συνολικά τριών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής συνδυασμένου κύκλου με ισχύ περίπου 400 MW η κάθε μία.

Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα στις 31/12/2006 ήταν περίπου 14.000 MW και απαρτιζόταν από 5.300 MW ισχύος που προέρχεται από καύση λιγνίτη, 3.000 MW ισχύος από μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα ενώ η υπόλοιπη ισχύς προέρχεται από μονάδες φυσικού αερίου (περίπου 2.500 MW), μονάδες καύσης πετρελαίου (περίπου 2.300 MW) καθώς και από Α.Π.Ε. (878 MW).

Στα τέλη του 2006, στην Ελλάδα η εγκατεστημένη ισχύς ανερχόταν σε 878 MW ηλεκτροπαραγωγής με την χρήση Α.Π.Ε. (από τα οποία τα 745 MW προέρχονταν από αιολική ενέργεια).

 

 

green-energy-39
green-energy-39

Ελληνική Αγορά

Η ελληνική αγορά ηλεκτρισμού χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλό συγκεντρωτισμό ενώ είναι έντονα ρυθμιζόμενη, με τη ΔΕΗ να κατέχει μερίδιο αγοράς μεγαλύτερο του 95%. Ως αποτέλεσμα του μέχρι σήμερα χαμηλού ρυθμού επενδύσεων καθώς και γεωγραφικής απομόνωσης της Ελλάδας (σχετικά περιορισμένη διασύνδεση με γειτονικές χώρες όπως η Βουλγαρία, ηΑλβανία, η ΠΓΔΜ, η Ιταλία και η Τουρκία), η προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχει συμβαδίσει με την αύξηση της ζήτησης και η ελληνική αγορά αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο κίνδυνο έλλειψης ηλεκτρικής ενέργειας. Η κυβέρνηση σε μία προσπάθεια να ανοίξει την εγχώρια αγορά στον ανταγωνισμό και να προσελκύσει επενδύσεις έχει ήδη προωθήσει ένα διαγωνισμό και σχεδιάζει άλλους δύο για την κατασκευή συνολικά τριών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής συνδυασμένου κύκλου με ισχύ περίπου 400 MW η κάθε μία.

Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα στις 31/12/2006 ήταν περίπου 14.000 MW και απαρτιζόταν από 5.300 MW ισχύος που προέρχεται από καύση λιγνίτη, 3.000 MW ισχύος από μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα ενώ η υπόλοιπη ισχύς προέρχεται από μονάδες φυσικού αερίου (περίπου 2.500 MW), μονάδες καύσης πετρελαίου (περίπου 2.300 MW) καθώς και από Α.Π.Ε. (878 MW).

Στα τέλη του 2006, στην Ελλάδα η εγκατεστημένη ισχύς ανερχόταν σε 878 MW ηλεκτροπαραγωγής με την χρήση Α.Π.Ε. (από τα οποία τα 745 MW προέρχονταν από αιολική ενέργεια).